Anonymous

φῦκος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φῦκος:''' -εος, τό, Λατ. [[fucus]], [[φύκι]], [[φύκι]] στην [[ξηρά]], [[φυτό]] της θάλασσας, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> το κόκκινο [[χρώμα]] που παρασκευάζεται από το [[φύκι]], [[ρουζ]], [[κοκκινάδι]], Λατ. [[fucus]], σε Αριστοφ., Θεόκρ.
|lsmtext='''φῦκος:''' -εος, τό, Λατ. [[fucus]], [[φύκι]], [[φύκι]] στην [[ξηρά]], [[φυτό]] της θάλασσας, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> το κόκκινο [[χρώμα]] που παρασκευάζεται από το [[φύκι]], [[ρουζ]], [[κοκκινάδι]], Λατ. [[fucus]], σε Αριστοφ., Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''φῦκος:''' εος τό<br /><b class="num">1)</b> водоросли, морская трава Hom. Arst.;<br /><b class="num">2)</b> краска из пурпурных водорослей, румяна Arph., Theocr.
}}
}}