Anonymous

ὀρθιάδε: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀρθιάδε:''' ([[ὄρθιος]]), επίρρ., προς τα πάνω, ανηφορικά, σε Ξεν.
|lsmtext='''ὀρθιάδε:''' ([[ὄρθιος]]), επίρρ., προς τα πάνω, ανηφορικά, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρθιάδε:''' adv. вверх, на горы, на кручи (βαίνειν Xen.).
}}
}}