Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

παράλιος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παράλιος:''' -α, -ον και -ος, -ον = <i>παράλος</i> I., αυτός που βρίσκεται κοντά στη [[θάλασσα]], σε Τραγ.<br /><b class="num">II.</b> <i>ἡ</i> παρᾰλία, Ιων. -ίη (ενν. <i>γῆ</i> ή [[χώρα]]), [[αιγιαλός]], [[παραλία]], [[ακτή]], σε Ηρόδ., Αριστ.<br /><b class="num">2.</b> η ανατολική [[ακτή]] της Αττικής, [[ανάμεσα]] στον Υμηττό και τη [[θάλασσα]], σε Ηρόδ., Θουκ.
|lsmtext='''παράλιος:''' -α, -ον και -ος, -ον = <i>παράλος</i> I., αυτός που βρίσκεται κοντά στη [[θάλασσα]], σε Τραγ.<br /><b class="num">II.</b> <i>ἡ</i> παρᾰλία, Ιων. -ίη (ενν. <i>γῆ</i> ή [[χώρα]]), [[αιγιαλός]], [[παραλία]], [[ακτή]], σε Ηρόδ., Αριστ.<br /><b class="num">2.</b> η ανατολική [[ακτή]] της Αττικής, [[ανάμεσα]] στον Υμηττό και τη [[θάλασσα]], σε Ηρόδ., Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''παράλιος:''' <b class="num">II</b> ἡ (sc. [[χώρα]] или γῆ) морское побережье Polyb., Diod.<br />3, реже 2 (ᾰλ) приморский ([[ψάμμος]] Aesch.; [[πόλις]] Eur.; ὄρνιθες Soph.; [[φυτόν]] Plut.; sc. πόλεις NT).
}}
}}