3,270,341
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 33: | Line 33: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συμπᾰθής:''' -ές ([[παθεῖν]]), αυτός που μοιράζεται τα [[ίδια]] αισθήματα με κάποιον, [[πονόψυχος]], <i>τινι</i>, σε Αριστ.· απόλ., αυτός που προκαλεί τη [[συμπάθεια]] κάποιου, στον ίδ. | |lsmtext='''συμπᾰθής:''' -ές ([[παθεῖν]]), αυτός που μοιράζεται τα [[ίδια]] αισθήματα με κάποιον, [[πονόψυχος]], <i>τινι</i>, σε Αριστ.· απόλ., αυτός που προκαλεί τη [[συμπάθεια]] κάποιου, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συμπαθής -ές, Att. ook ξυμπαθής [συμπάσχω] meevoelend, meelevend. | |||
}} | }} |