Anonymous

δείλαιος: Difference between revisions

From LSJ
nl
(3)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δείλαιος:''' -α, -ον, εκτεταμ. [[τύπος]] του [[δειλός]], [[ταλαίπωρος]], [[θλιμμένος]], [[δυστυχής]], [[μηδαμινός]], [[κυρίως]] λέγεται για πρόσωπα, σε Τραγ.· επίσης, δ. [[χάρις]], θλιβερή [[αγαθότητα]], σε Αισχύλ.· δ. [[σποδός]], μηδαμινή [[τέφρα]], σε Σοφ. κ.λπ. (η παραλήγουσα είναι [[συχνά]] βραχεία στους Αττ. ποιητές).
|lsmtext='''δείλαιος:''' -α, -ον, εκτεταμ. [[τύπος]] του [[δειλός]], [[ταλαίπωρος]], [[θλιμμένος]], [[δυστυχής]], [[μηδαμινός]], [[κυρίως]] λέγεται για πρόσωπα, σε Τραγ.· επίσης, δ. [[χάρις]], θλιβερή [[αγαθότητα]], σε Αισχύλ.· δ. [[σποδός]], μηδαμινή [[τέφρα]], σε Σοφ. κ.λπ. (η παραλήγουσα είναι [[συχνά]] βραχεία στους Αττ. ποιητές).
}}
{{elnl
|elnltext=δείλαιος -α -ον [δειλός] ellendig, ongelukkig:. δειλαία δειλαίων κυρεῖς in uw ongeluk treft u steeds ongeluk Soph. El. 849.
}}
}}