Anonymous

καλλικόμας: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καλλικόμας:''' ὁ, = το επόμ., σε Ευρ.
|lsmtext='''καλλικόμας:''' ὁ, = το επόμ., σε Ευρ.
}}
{{elnl
|elnltext=καλλικόμας [καλός, κόμη] adj., met mooi haar.
}}
}}