3,274,216
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σειρᾱφόρος:''' Ιων. σειρη-, <i>-ον</i> ([[φέρω]]),<br /><b class="num">1.</b> αυτός που σύρεται από [[σχοινί]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[σειραφόρος]] (ενν. [[ἵππος]]), <i>ὁ</i>, [[άλογο]] που σύρει την [[άμαξα]] μόνο με το [[σχοινί]] (όντας δεμένο στο πλάι των αλόγων που ήταν στον [[ζυγό]], <i>ζύγιοι</i>), [[άλογο]] που ακολουθεί από τα πλάγια, που σύρεται με [[σχοινί]] [[πίσω]] από την [[άμαξα]], που δεν βρίσκεται το ίδιο στον [[ζυγό]]· μεταφ. [[ενίοτε]], [[άλογο]] που συντροφεύει τα υποζύγια, βοηθητικό [[άλογο]], [[εφεδρικός]] [[ίππος]], σε Αισχύλ.· κάποιες φορές λέγεται για κάποιον που έχει αναλάβει ελαφριά, εύκολη δουλειά, στον ίδ. | |lsmtext='''σειρᾱφόρος:''' Ιων. σειρη-, <i>-ον</i> ([[φέρω]]),<br /><b class="num">1.</b> αυτός που σύρεται από [[σχοινί]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[σειραφόρος]] (ενν. [[ἵππος]]), <i>ὁ</i>, [[άλογο]] που σύρει την [[άμαξα]] μόνο με το [[σχοινί]] (όντας δεμένο στο πλάι των αλόγων που ήταν στον [[ζυγό]], <i>ζύγιοι</i>), [[άλογο]] που ακολουθεί από τα πλάγια, που σύρεται με [[σχοινί]] [[πίσω]] από την [[άμαξα]], που δεν βρίσκεται το ίδιο στον [[ζυγό]]· μεταφ. [[ενίοτε]], [[άλογο]] που συντροφεύει τα υποζύγια, βοηθητικό [[άλογο]], [[εφεδρικός]] [[ίππος]], σε Αισχύλ.· κάποιες φορές λέγεται για κάποιον που έχει αναλάβει ελαφριά, εύκολη δουλειά, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σειρᾱφόρος -ον [σειρά, φέρω] touwdragend, met een touw verbonden. | |||
}} | }} |