Anonymous

κραταίλεως: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρᾰταίλεως:''' -ων, γεν. <i>-ω</i> ([[λεῦς]] = [[λᾶς]]), λέγεται για ισχυρές, σκληρές πέτρες, [[βραχώδης]], [[τραχύς]], σε Αισχύλ., Ευρ.
|lsmtext='''κρᾰταίλεως:''' -ων, γεν. <i>-ω</i> ([[λεῦς]] = [[λᾶς]]), λέγεται για ισχυρές, σκληρές πέτρες, [[βραχώδης]], [[τραχύς]], σε Αισχύλ., Ευρ.
}}
{{elnl
|elnltext=κραταίλεως -ων [κράτος, λᾶας] rotsachtig.
}}
}}