Anonymous

προφυλακή: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προφῠλᾰκή:''' ([[προφυλάσσω]]), οι προπορευόμενοι φύλακες, πρόσκοποι· στον πληθ., [[προφυλακή]], [[εμπροσθοφυλακή]], σε Ξεν.· στον ενικ., ἡ πρ. [[αὐτοῦ]], η προωθημένη [[φρουρά]] του, στον ίδ.· <i>διὰ προφυλακῆς</i>, με προπορευόμενους ανιχνευτές, σε Θουκ.
|lsmtext='''προφῠλᾰκή:''' ([[προφυλάσσω]]), οι προπορευόμενοι φύλακες, πρόσκοποι· στον πληθ., [[προφυλακή]], [[εμπροσθοφυλακή]], σε Ξεν.· στον ενικ., ἡ πρ. [[αὐτοῦ]], η προωθημένη [[φρουρά]] του, στον ίδ.· <i>διὰ προφυλακῆς</i>, με προπορευόμενους ανιχνευτές, σε Θουκ.
}}
{{elnl
|elnltext=προφυλακή -ῆς, ἡ [προφυλάσσω] milit. voorpost.
}}
}}