Anonymous

σιταγωγός: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σῑτᾰγωγός:''' -όν, αυτός που μεταφέρει [[σιτηρά]], <i>σιταγωγὰ πλοῖα</i>, επισιτιστικά πλοία, σε Ηρόδ.· σιταγωγὸς [[ναῦς]], σε Θουκ.
|lsmtext='''σῑτᾰγωγός:''' -όν, αυτός που μεταφέρει [[σιτηρά]], <i>σιταγωγὰ πλοῖα</i>, επισιτιστικά πλοία, σε Ηρόδ.· σιταγωγὸς [[ναῦς]], σε Θουκ.
}}
{{elnl
|elnltext=σιτᾰγωγός -όν [σῖτος, ἄγω] graan vervoerend, voor graantransport.
}}
}}