3,258,391
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''στᾰτός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ. του [[ἵστημι]], αυτός που είναι τοποθετημένος ή [[στημένος]], που μένει [[ακίνητος]], στατὸς [[ἵππος]], [[άλογο]] που παραμένει επί [[πολύ]] κλεισμένο στο στάβλο, σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ.· στατὸς [[χιτών]], [[ποδήρης]] [[χιτώνας]], αυτός που φτάνει [[μέχρι]] τα πόδια, σε Πλούτ. | |lsmtext='''στᾰτός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ. του [[ἵστημι]], αυτός που είναι τοποθετημένος ή [[στημένος]], που μένει [[ακίνητος]], στατὸς [[ἵππος]], [[άλογο]] που παραμένει επί [[πολύ]] κλεισμένο στο στάβλο, σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ.· στατὸς [[χιτών]], [[ποδήρης]] [[χιτώνας]], αυτός που φτάνει [[μέχρι]] τα πόδια, σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=στατός -ή -όν [ἵστημι] geplaatst, (stil)staand:. σ. ἵππος een op stal gezet paard Il. 6.506; στατὸν... ὕδωρ stilstaand water Soph. Ph. 716. subst. ὁ στατός ( sc. χιτών) lange chiton. | |||
}} | }} |