3,270,370
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σκέπαρνον:''' τό ή [[σκέπαρνος]], ὁ, [[τσεκούρι]] του ξυλουργού, [[σκεπάρνι]], που χρησιμοποιείτο για να εξομαλύνει τους κορμούς των δέντρων, διαφέρει από το [[πέλεκυς]], σε Ομήρ. Οδ. (αμφίβ. προέλ.). | |lsmtext='''σκέπαρνον:''' τό ή [[σκέπαρνος]], ὁ, [[τσεκούρι]] του ξυλουργού, [[σκεπάρνι]], που χρησιμοποιείτο για να εξομαλύνει τους κορμούς των δέντρων, διαφέρει από το [[πέλεκυς]], σε Ομήρ. Οδ. (αμφίβ. προέλ.). | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σκέπαρνον -ου, τό en σκέπαρνος -ου, ὁ bijl; geneesk. bepaald type verband. Hp. | |||
}} | }} |