Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

παρακινητικός: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παρακῑνητικός:''' -ή, -όν, [[παρορμητικός]], [[διεγερτικός]]· επίρρ., [[παρακινητικῶς]] ἔχειν, [[δείχνω]] συμπτώματα παραφροσύνης, σε Πλούτ.
|lsmtext='''παρακῑνητικός:''' -ή, -όν, [[παρορμητικός]], [[διεγερτικός]]· επίρρ., [[παρακινητικῶς]] ἔχειν, [[δείχνω]] συμπτώματα παραφροσύνης, σε Πλούτ.
}}
{{elnl
|elnltext=παρακινητικός -ή -όν [παρακινέω] buiten zinnen:. παρακινητικῶς ἔχειν gek geworden zijn Plut. Sol. 8.1.
}}
}}