3,276,901
edits
(4) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''διασπᾰρακτός:''' -ή, -όν, ξεσχισμένος σε κομμάτια, κατακρεουργημένος, σε Ευρ. | |lsmtext='''διασπᾰρακτός:''' -ή, -όν, ξεσχισμένος σε κομμάτια, κατακρεουργημένος, σε Ευρ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=διασπαρακτός -ή -όν [διασπαράττω] aan stukken gescheurd. | |||
}} | }} |