3,274,216
edits
(6_8) |
(nl) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στήριξις''': -εως, ἡ, [[θέσις]] ἐστηριγμένη, [[ἀκίνητος]], Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 1509. 2) τὸ ἀπολήγειν ἢ καταλήγειν εἴς τι ἰδιαίτερον [[μέρος]] τοῦ σώματος, ἐπὶ νόσου, ἐς ὀφθαλμὸν Ἱππ. 1134Α· πρβλ. [[στηρίζω]] Β. ΙΙ. 2. | |lstext='''στήριξις''': -εως, ἡ, [[θέσις]] ἐστηριγμένη, [[ἀκίνητος]], Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 1509. 2) τὸ ἀπολήγειν ἢ καταλήγειν εἴς τι ἰδιαίτερον [[μέρος]] τοῦ σώματος, ἐπὶ νόσου, ἐς ὀφθαλμὸν Ἱππ. 1134Α· πρβλ. [[στηρίζω]] Β. ΙΙ. 2. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=στήριξις -εως, ἡ [στηρίζω] het zich vastzetten, het zich vestigen. | |||
}} | }} |