3,276,932
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σπαρτός:''' -ή, -όν και -ός, -όν ([[σπείρω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που έχει σπαρεί, που έχει φυτρώσει από σπόρο, σπαρμένος, φυτεμένος· μεταφ., σπαρτῶν [[γένος]], «οι υιοί των ανθρώπων», ανθρώπινο [[γένος]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> στη Θήβα, <i>Σπαρτοί</i>, <i>οἱ</i>, οι Σπαρμένοι, αυτοί που θεωρούνταν ότι έχουν φυτρώσει από τα δόντια του Δράκοντα που έσπειρε ο [[Κάδμος]], οι Καδμείοι, οι Θηβαίοι, σε Πίνδ., Ευρ.· [[λόγχη]] [[σπαρτός]], το θηβαϊκό [[δόρυ]], σε Ευρ.<br /><b class="num">III.</b> διασκορπισμένος, λέγεται για τα [[μέλη]] ενός πτώματος, σε Ανθ. | |lsmtext='''σπαρτός:''' -ή, -όν και -ός, -όν ([[σπείρω]])·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που έχει σπαρεί, που έχει φυτρώσει από σπόρο, σπαρμένος, φυτεμένος· μεταφ., σπαρτῶν [[γένος]], «οι υιοί των ανθρώπων», ανθρώπινο [[γένος]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> στη Θήβα, <i>Σπαρτοί</i>, <i>οἱ</i>, οι Σπαρμένοι, αυτοί που θεωρούνταν ότι έχουν φυτρώσει από τα δόντια του Δράκοντα που έσπειρε ο [[Κάδμος]], οι Καδμείοι, οι Θηβαίοι, σε Πίνδ., Ευρ.· [[λόγχη]] [[σπαρτός]], το θηβαϊκό [[δόρυ]], σε Ευρ.<br /><b class="num">III.</b> διασκορπισμένος, λέγεται για τα [[μέλη]] ενός πτώματος, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σπαρτός -ή -όν [σπείρω] ook f. σπαρτός Eur. Suppl. 578 gezaaid; subst. plur. οἱ Σπαρτοί de gezaaiden (d.w.z. de mensen die waren ontsproten aan de door Cadmus gezaaide drakentanden; ook hun nakomelingen, de Thebanen);; σπαρτῶν ὑπ ’ ἀνδρῶν door de gezaaide mannen Soph. OC 1534; uitbr.. λόγχη σπαρτός de speer van de gezaaide mannen Eur. Suppl. 578. verwekt, voortgebracht:. ὁμοῖαι … οὐδενὶ σπαρτῶν γένει jullie lijken op geen enkele soort van uit zaad voortgekomen wezens Aeschl. Eum. 410. | |||
}} | }} |