Anonymous

καλλιγύναιξ: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καλλιγύναιξ:''' [ῠ], ὁ, ἡ ([[γυνή]]), αυτός που έχει ωραίες γυναίκες, μόνο στις πλάγιες πτώσεις, <i>Ἑλλάδα καλλιγύναικα Ἀχαιΐδα κ</i>., <i>Σπάρτην κ</i>., σε Όμηρ.
|lsmtext='''καλλιγύναιξ:''' [ῠ], ὁ, ἡ ([[γυνή]]), αυτός που έχει ωραίες γυναίκες, μόνο στις πλάγιες πτώσεις, <i>Ἑλλάδα καλλιγύναικα Ἀχαιΐδα κ</i>., <i>Σπάρτην κ</i>., σε Όμηρ.
}}
{{elnl
|elnltext=καλλιγύναιξ -αικος [καλός, γυνή] alleen dat. -αικι en acc. -αικα, rijk aan mooie vrouwen.
}}
}}