Anonymous

κυρηβάζω: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κῠρηβάζω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, [[μάχομαι]], [[χτυπώ]] με τα κέρατα· μεταφ., τὸ [[σκέλος]] κυρηβάσει, το [[πόδι]] μου θα τον χτυπήσει ή θα αντιμετωπίσει το [[πόδι]] μου, θα τον κλωτσήσει, σε Αριστοφ. (πιθ. συγγενές προς το [[κυρίσσω]]).
|lsmtext='''κῠρηβάζω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, [[μάχομαι]], [[χτυπώ]] με τα κέρατα· μεταφ., τὸ [[σκέλος]] κυρηβάσει, το [[πόδι]] μου θα τον χτυπήσει ή θα αντιμετωπίσει το [[πόδι]] μου, θα τον κλωτσήσει, σε Αριστοφ. (πιθ. συγγενές προς το [[κυρίσσω]]).
}}
{{elnl
|elnltext=κυρηβάζω [~ κυρίττω] met de horens stoten (tegen), rammen.
}}
}}