Anonymous

κακοπάθεια: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κᾰκοπάθεια:''' ἡ, [[δυστυχία]], [[αθλιότητα]], σε Θουκ.
|lsmtext='''κᾰκοπάθεια:''' ἡ, [[δυστυχία]], [[αθλιότητα]], σε Θουκ.
}}
{{elnl
|elnltext=κακοπάθεια -ας, ἡ, NT κακοπαθία [κακοπαθής: ellendig] ellende; geneesk. aandoening.
}}
}}