Anonymous

ἐπιβόσκομαι: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιβόσκομαι:''' Μέσ.,<br /><b class="num">I.</b> λέγεται για ζώα ([[κυρίως]] βοοειδή), [[βόσκω]] ή τρέφομαι με, <i>τινι</i>, σε Βατραχομ.<br /><b class="num">II.</b> [[βόσκω]], τρέφομαι [[μεταξύ]] του κοπαδιού, με δοτ., σε Μόσχ.
|lsmtext='''ἐπιβόσκομαι:''' Μέσ.,<br /><b class="num">I.</b> λέγεται για ζώα ([[κυρίως]] βοοειδή), [[βόσκω]] ή τρέφομαι με, <i>τινι</i>, σε Βατραχομ.<br /><b class="num">II.</b> [[βόσκω]], τρέφομαι [[μεταξύ]] του κοπαδιού, με δοτ., σε Μόσχ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιβόσκομαι:''' пастись, питаться (σελίνοις Batr.; [[ὄνος]] ἐπιβοσκόμενος Plut.).
}}
}}