3,274,216
edits
(5) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κατάστρωμα:''' -ατος, τό, αυτό που απλώνεται· στο [[πλοίο]], το [[κατάστρωμα]], σε Ηρόδ., Θουκ.· οἱ ἀπὸ [[τῶν]] καταστρωμάτων, οι ναύτες, αντίθ. προς τους κωπηλάτες, σε Θουκ. | |lsmtext='''κατάστρωμα:''' -ατος, τό, αυτό που απλώνεται· στο [[πλοίο]], το [[κατάστρωμα]], σε Ηρόδ., Θουκ.· οἱ ἀπὸ [[τῶν]] καταστρωμάτων, οι ναύτες, αντίθ. προς τους κωπηλάτες, σε Θουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κατάστρωμα:''' ατος τό палуба Her. etc.: οἱ ἀπὸ τῶν καταστρωμάτων Thuc. боевой экипаж корабля. | |||
}} | }} |