Anonymous

ὤρα: Difference between revisions

From LSJ
510 bytes added ,  31 December 2018
4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὤρα:''' Ιων. [[ὤρη]], ἡ (συγγενές προς το [[οὖρος]] Β), [[φροντίδα]], [[προσοχή]], [[μέριμνα]], [[πρόνοια]], [[ενδιαφέρον]] για άνθρωπο ή [[πράγμα]]· με γεν., σε Ησίοδ., Σοφ.· <i>μηδεμίαν ὤρην ἔχειν γυναικῶν</i>, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''ὤρα:''' Ιων. [[ὤρη]], ἡ (συγγενές προς το [[οὖρος]] Β), [[φροντίδα]], [[προσοχή]], [[μέριμνα]], [[πρόνοια]], [[ενδιαφέρον]] για άνθρωπο ή [[πράγμα]]· με γεν., σε Ησίοδ., Σοφ.· <i>μηδεμίαν ὤρην ἔχειν γυναικῶν</i>, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὤρα:''' эп.-ион. [[ὤρη]] ἡ внимание, забота Thuc.: ὤ. ὀλίγη πέλεται νεικέων τ᾽ ἀγορέων τε Hes. не до тяжб и речей; ὤραν τινὰ ἔχειν или νέμειν τινός Soph. заботиться (беспокоиться) о ком(чем)-л.; μηδεμίαν ὤρην ἔχειν или ποιεῖσθαί τινος Her. не обращать никакого внимания на что-л.
}}
}}