Anonymous

τανυέθειρα: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τᾰνυέθειρα:''' ἡ ([[τανύω]]), αυτή που έχει [[μακριά]] μαλλιά, σε Πίνδ.
|lsmtext='''τᾰνυέθειρα:''' ἡ ([[τανύω]]), αυτή που έχει [[μακριά]] μαλλιά, σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''τᾰνῠέθειρα:''' adj. f с длинными или распущенными волосами ([[Σεμέλα]] Pind.).
}}
}}