Anonymous

κατάπλασις: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6_8)
(nl)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατάπλασις''': -εως, ἡ, τὸ καταπλάσσειν, ἐπιχρίειν ἢ ἐπιτιθέναι [[κατάπλασμα]], Ἱππ. Κεφ. Τρωμ. 904.
|lstext='''κατάπλασις''': -εως, ἡ, τὸ καταπλάσσειν, ἐπιχρίειν ἢ ἐπιτιθέναι [[κατάπλασμα]], Ἱππ. Κεφ. Τρωμ. 904.
}}
{{elnl
|elnltext=κατάπλασις -εως, ἡ [καταπλάττω] geneesk. het aanbrengen van een papomslag.
}}
}}