Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κλητεύω: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κλητεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[καλώ]] στο δικαστήριο ή [[δίνω]] [[απόδειξη]] ότι έχει επιδοθεί [[κλήτευση]] (βλ. [[κλητήρ]]), σε Αριστοφ.
|lsmtext='''κλητεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[καλώ]] στο δικαστήριο ή [[δίνω]] [[απόδειξη]] ότι έχει επιδοθεί [[κλήτευση]] (βλ. [[κλητήρ]]), σε Αριστοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=κλητεύω [κλητός] dagvaarden. als getuige optreden:; ἕλκω σε κλητεύσοντα ik sleur je mee om te getuigen Aristoph. Nub. 1218; met dat.: γυναικὶ κλητεύεις; treed je op als getuige voor een vrouw? Aristoph. Ve. 1413.
}}
}}