Anonymous

ψάμμος: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ψάμμος:''' ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[άμμος]] (από το [[ψάω]]), σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.· παροιμ., [[ψάμμος]] ἀριθμὸν περιπέφευγεν, σε Πίνδ.<br /><b class="num">II.</b> ἡ [[ψάμμος]], η [[αμμώδης]] [[έρημος]] της Λιβύης, σε Ηρόδ. (και τα [[δύο]], [[ψάμμος]] και [[ψάμαθος]], μερικές φορές χάνουν το <i>ψ</i> και γίνονται [[ἄμμος]] και [[ἄμαθος]]).
|lsmtext='''ψάμμος:''' ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[άμμος]] (από το [[ψάω]]), σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.· παροιμ., [[ψάμμος]] ἀριθμὸν περιπέφευγεν, σε Πίνδ.<br /><b class="num">II.</b> ἡ [[ψάμμος]], η [[αμμώδης]] [[έρημος]] της Λιβύης, σε Ηρόδ. (και τα [[δύο]], [[ψάμμος]] και [[ψάμαθος]], μερικές φορές χάνουν το <i>ψ</i> και γίνονται [[ἄμμος]] και [[ἄμαθος]]).
}}
{{elnl
|elnltext=ψάμμος -ου, ἡ zand, ook woestijn.
}}
}}