Anonymous

ἐπίπεδος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπίπεδος:''' -ον ([[πέδον]]), αυτός που βρίσκεται πάνω στο [[έδαφος]], [[επίπεδος]], [[ισόγειος]], σε Ξεν. κ.λπ.· ανώμ. συγκρ. <i>-πεδέστερος</i>, στον ίδ.
|lsmtext='''ἐπίπεδος:''' -ον ([[πέδον]]), αυτός που βρίσκεται πάνω στο [[έδαφος]], [[επίπεδος]], [[ισόγειος]], σε Ξεν. κ.λπ.· ανώμ. συγκρ. <i>-πεδέστερος</i>, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπίπεδος:''' <b class="num">1)</b> ровный, равнинный ([[χωρίον]] Xen.);<br /><b class="num">2)</b> горизонтальный (θύραι Plut.);<br /><b class="num">3)</b> плоский ([[γωνία]] Plat.; ὁ [[ἥλιος]] σφαιροειδὴς ὢν ἐ. φαίνεται Arst.);<br /><b class="num">4)</b> мат. (о числе) квадратный ([[ἀριθμός]] Plat.).
}}
}}