Anonymous

ἐποικτείρω: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐποικτείρω:''' ευσπλαχνίζομαι, [[συμπονώ]], <i>τινά</i>, σε Σοφ.· απόλ., σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ἐποικτείρω:''' ευσπλαχνίζομαι, [[συμπονώ]], <i>τινά</i>, σε Σοφ.· απόλ., σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐποικτείρω:''' атт. [[ἐποικτίρω]] иметь сострадание, сожалеть (τινά Soph. и τινός [[Xenophanes]] ap. Diog. L.): ἐ. τὸ [[στόμα]] τινός Soph. быть тронутым чьими-л. мольбами.
}}
}}