Anonymous

φύλαρχος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φύλαρχος:''' [ῦ], ὁ,<br /><b class="num">I.</b> [[αρχηγός]] <i>φῡλῆς</i>, [[φύλαρχος]], σε Ηρόδ., Ξεν.· χρησιμοποιήθηκε για να μεταφράσει το Ρωμαϊκό [[tribunus]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> στους Αθηναίους, ο [[διοικητής]] του ιππικού, [[ένας]] από [[κάθε]] [[φυλή]], βλ. [[ἵππαρχος]].
|lsmtext='''φύλαρχος:''' [ῦ], ὁ,<br /><b class="num">I.</b> [[αρχηγός]] <i>φῡλῆς</i>, [[φύλαρχος]], σε Ηρόδ., Ξεν.· χρησιμοποιήθηκε για να μεταφράσει το Ρωμαϊκό [[tribunus]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> στους Αθηναίους, ο [[διοικητής]] του ιππικού, [[ένας]] από [[κάθε]] [[φυλή]], βλ. [[ἵππαρχος]].
}}
{{elru
|elrutext='''φύλαρχος:''' (ῡ) ὁ<br /><b class="num">1)</b> филарх, глава филы (в Афинах) Her., Xen.;<br /><b class="num">2)</b> филарх, командир конного корпуса (выставлявшегося каждой из десяти афинских фил; все десять филархов была подчинены двум ἵππαρχοι) Xen., Plat.;<br /><b class="num">3)</b> филарх, член олигархического совета (в Эпидамне) Arst.;<br /><b class="num">4)</b> (в Риме, лат. [[tribunus]]) трибун, глава трибы Plut.
}}
}}