Anonymous

μετελευστέον: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 15: Line 15:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μετελευστέον:''' ρημ. επίθ., [[κάτι]] που πρέπει να τιμωρηθεί, σε Λουκ.
|lsmtext='''μετελευστέον:''' ρημ. επίθ., [[κάτι]] που πρέπει να τιμωρηθεί, σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''μετελευστέον:''' Luc. adj. verb. к [[μετέρχομαι]] 7.
}}
}}