Anonymous

μονοχίτων: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μονοχίτων:''' [ῑ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει μόνο χιτώνα, σε Λουκ.
|lsmtext='''μονοχίτων:''' [ῑ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει μόνο χιτώνα, σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''μονοχίτων:''' ωνος adj. одетый в один лишь хитон Polyb., Plut., Luc.
}}
}}