3,276,318
edits
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μονοχίτων:''' [ῑ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει μόνο χιτώνα, σε Λουκ. | |lsmtext='''μονοχίτων:''' [ῑ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει μόνο χιτώνα, σε Λουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μονοχίτων:''' ωνος adj. одетый в один лишь хитон Polyb., Plut., Luc. | |||
}} | }} |