3,274,216
edits
(4) |
(1b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δῐκάρηνος:''' -ον, αυτός που έχει [[δύο]] κεφάλια ([[δίς]], [[κάρηνον]]), [[δικέφαλος]], σε Βατραχομ., Ανθ. | |lsmtext='''δῐκάρηνος:''' -ον, αυτός που έχει [[δύο]] κεφάλια ([[δίς]], [[κάρηνον]]), [[δικέφαλος]], σε Βατραχομ., Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δικάρηνος:''' (ᾰ), дор. [[δικάρανος|δικάρᾱνος]] 2 двуглавый (καρκίνοι Batr.; [[ἁλότριψ]] Anth.). | |||
}} | }} |