3,277,301
edits
(6) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''προσφθεγκτός:''' Δωρ. [[ποτί]]-φθ-, -ον,<br /><b class="num">I.</b> προσφωνούμενος, αυτός προς τον οποίο απευθύνεται [[χαιρετισμός]], <i>σοῦ φωνῆς</i>, με τη [[φωνή]] [[σου]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., αυτός που χαιρετά, σε Ανθ. | |lsmtext='''προσφθεγκτός:''' Δωρ. [[ποτί]]-φθ-, -ον,<br /><b class="num">I.</b> προσφωνούμενος, αυτός προς τον οποίο απευθύνεται [[χαιρετισμός]], <i>σοῦ φωνῆς</i>, με τη [[φωνή]] [[σου]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., αυτός που χαιρετά, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''προσφθεγκτός:''' дор. [[ποτιφθεγκτός]] 3 [adj. verb. к [[προσφθέγγομαι]]<br /><b class="num">1)</b> к которому обращена речь: οὐδὲ σοῦ φωνῆς [[ἔτι]] [[γενήσομαι]] π.; Soph. больше разве не услышу я твоего голоса?;<br /><b class="num">2)</b> обращающийся с речью Anth. | |||
}} | }} |