3,256,953
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἁρμάτειος:''' -ον ([[ἅρμα]]), αυτός που σχετίζεται ή ανήκει σ' ένα [[άρμα]], σε Ξεν.· [[μέλος]] ἁρμάτειον, είδος επιταφίου μέλους, σε Ευρ. | |lsmtext='''ἁρμάτειος:''' -ον ([[ἅρμα]]), αυτός που σχετίζεται ή ανήκει σ' ένα [[άρμα]], σε Ξεν.· [[μέλος]] ἁρμάτειον, είδος επιταφίου μέλους, σε Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἁρμάτειος:''' колесничный (σύριγγες Eur.; [[δίφρος]] Xen.; τροχοί Plut.): ἁ. [[νόμος]] Plut. боевая походная песнь, но ἁρμάτειον [[μέλος]] Eur. скорбный напев. | |||
}} | }} |