Anonymous

ἀνδρόπαις: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 13: Line 13:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνδρόπαις:''' -αιδος, ὁ ([[ἀνήρ]]), [[νεαρός]] κοντά στην [[ηλικία]] της ανδροσύνης, κοντά στην [[ενηλικίωση]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ἀνδρόπαις:''' -αιδος, ὁ ([[ἀνήρ]]), [[νεαρός]] κοντά στην [[ηλικία]] της ανδροσύνης, κοντά στην [[ενηλικίωση]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνδρόπαις:''' παιδος ὁ отрок с умом мужа, не по летам развитой (ἀ. [[ἀνήρ]] Aesch.).
}}
}}