Anonymous

ἐγχεσίμωρος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐγχεσίμωρος:''' -ον, αυτός που μάχεται με [[δόρυ]], [[κοντάρι]], σε Όμηρ. (η [[κατάληξη]] <i>-μωρος</i> είναι αμφίβ., πρβλ. ἰό-μωρος, ὑλακό-μωρος).
|lsmtext='''ἐγχεσίμωρος:''' -ον, αυτός που μάχεται με [[δόρυ]], [[κοντάρι]], σε Όμηρ. (η [[κατάληξη]] <i>-μωρος</i> είναι αμφίβ., πρβλ. ἰό-μωρος, ὑλακό-μωρος).
}}
{{elru
|elrutext='''ἐγχεσίμωρος:''' неутомимо сражающийся копьем, воинственный (Ἀρκάδες Hom.; Θεσσαλοί Anth.).
}}
}}