Anonymous

ψιμύθιον: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ψιμύθιον:''' ή [[ψιμμύθιον]], Αιολ. [[ψημύθιον]], (καιψιμίθιονκαιψιμμίθιον), τό ([[ψίμυθος]]), [[λευκός]] [[μόλυβδος]], που τον χρησιμοποιούσαν για να λευκαίνουν τα πρόσωπα, σε Αριστοφ., Ξεν.
|lsmtext='''ψιμύθιον:''' ή [[ψιμμύθιον]], Αιολ. [[ψημύθιον]], (καιψιμίθιονκαιψιμμίθιον), τό ([[ψίμυθος]]), [[λευκός]] [[μόλυβδος]], που τον χρησιμοποιούσαν για να λευκαίνουν τα πρόσωπα, σε Αριστοφ., Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=ψιμύθιον -ου, τό loodwit (als make-up, om het gezicht licht van kleur te maken).
}}
}}