3,274,919
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πορνοβοσκός:''' ὁ, αυτός που διατηρεί οίκο ανοχής, σε Αισχίν., Δημ. | |lsmtext='''πορνοβοσκός:''' ὁ, αυτός που διατηρεί οίκο ανοχής, σε Αισχίν., Δημ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=πορνοβοσκός -οῦ, ὁ [πόρνη, βόσκω] bordeelhouder, pooier. | |||
}} | }} |