Anonymous

περικλάω: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''περικλάω:''' μέλ. <i>-κλάσω</i>, [[συντρίβω]] [[κάτι]] γύρω ή πάνω σε [[κάτι]] [[άλλο]], <i>τί τινι</i>, σε Πλούτ.· [[περικλάω]] τὸν Τίβεριν, [[εκτρέπω]] [[αλλού]] την ροή του, στον ίδ.
|lsmtext='''περικλάω:''' μέλ. <i>-κλάσω</i>, [[συντρίβω]] [[κάτι]] γύρω ή πάνω σε [[κάτι]] [[άλλο]], <i>τί τινι</i>, σε Πλούτ.· [[περικλάω]] τὸν Τίβεριν, [[εκτρέπω]] [[αλλού]] την ροή του, στον ίδ.
}}
{{elnl
|elnltext=περι-κλᾱ́ω, Ion. en later περικλαίω huilend omarmen, huilend omgeven:. τὸ... σῶμα περικλαύσας huilend met het lichaam in zijn armen Plut. Brut. 44.2.
}}
}}