ὁμότεχνος: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁμότεχνος:''' -ον ([[τέχνη]]), αυτός που ασκεί το ίδιο [[επάγγελμα]] με κάποιον [[άλλο]], την [[ίδια]] [[τέχνη]], με δοτ., σε Πλάτ.· ως ουσ., [[συνάδελφος]], [[συνεργάτης]], σε Ηρόδ., Πλάτ.
|lsmtext='''ὁμότεχνος:''' -ον ([[τέχνη]]), αυτός που ασκεί το ίδιο [[επάγγελμα]] με κάποιον [[άλλο]], την [[ίδια]] [[τέχνη]], με δοτ., σε Πλάτ.· ως ουσ., [[συνάδελφος]], [[συνεργάτης]], σε Ηρόδ., Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμότεχνος:''' занимающийся тем же делом, работающий в той же области Her., Plut.: ὁ. τινος или τινι Plat. товарищ по профессии.
}}
}}