Anonymous

σκιάω: Difference between revisions

From LSJ
9 bytes removed ,  31 December 2018
4
(nl)
(4)
Line 25: Line 25:
|lsmtext='''σκῐάω:''' = [[σκιάζω]], [[καλύπτω]] με [[σκιά]], [[επισκιάζω]] — Παθ. επικαλύπτομαι με [[σκιά]], επισκιάζομαι ή [[γίνομαι]] [[σκιερός]], αποκρύπτομαι, [[σκιόωντο]] ἀγυιαί (Επικ. γʹ πληθ. παρατ.), σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''σκῐάω:''' = [[σκιάζω]], [[καλύπτω]] με [[σκιά]], [[επισκιάζω]] — Παθ. επικαλύπτομαι με [[σκιά]], επισκιάζομαι ή [[γίνομαι]] [[σκιερός]], αποκρύπτομαι, [[σκιόωντο]] ἀγυιαί (Επικ. γʹ πληθ. παρατ.), σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}
{{elnl
{{elru
|elnltext=σκιάω [σκιά] beschaduwen:. σκιόωντο … πᾶσαι ἀγυιαί alle straten raakten met schaduw gevuld Od. 2.388.
|elrutext='''σκιάω:''' (только praes.) покрывать тенью ([[σκιόωντο]] [[πᾶσαι]] ἀγυιαί Hom.).
}}
}}