Anonymous

προσεπικτάομαι: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσεπικτάομαι:''' μέλ. <i>-κτήσομαι</i>, αποθ., [[αποκτώ]] [[επιπλέον]], σε Αριστ.· [[προσεπικτάομαι]] Λυδοῖσί (<i>[[τινάς]]</i>), τους [[προσαρτώ]] στο Λυδικό [[βασίλειο]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''προσεπικτάομαι:''' μέλ. <i>-κτήσομαι</i>, αποθ., [[αποκτώ]] [[επιπλέον]], σε Αριστ.· [[προσεπικτάομαι]] Λυδοῖσί (<i>[[τινάς]]</i>), τους [[προσαρτώ]] στο Λυδικό [[βασίλειο]], σε Ηρόδ.
}}
{{elnl
|elnltext=προσ-επικτάομαι er nog bij verwerven.
}}
}}