Anonymous

ξυστός: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ξυστός:''' ὁ ([[ξύω]]), [[στοά]] με [[υπόστεγο]] στη νότια [[πλευρά]] του γυμνασίου, όπου οι αθλητές γυμνάζονταν το χειμώνα· χρησίμευε και για περίπατο, σε Ξεν. κ.λπ.· ονομάστηκε έτσι από το λείο και στιλπνό δάπεδό της.<br /><b class="num">• [[ξυστός]]:</b> -όν ([[ξύω]]), ξυσμένος με [[μαχαίρι]] ή [[ξυήλη]], αυτός που έχει λειανθεί, στιλβωμένος, [[λείος]], σκαλισμένος, [[πελεκητός]], [[στιλπνός]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''ξυστός:''' ὁ ([[ξύω]]), [[στοά]] με [[υπόστεγο]] στη νότια [[πλευρά]] του γυμνασίου, όπου οι αθλητές γυμνάζονταν το χειμώνα· χρησίμευε και για περίπατο, σε Ξεν. κ.λπ.· ονομάστηκε έτσι από το λείο και στιλπνό δάπεδό της.<br /><b class="num">• [[ξυστός]]:</b> -όν ([[ξύω]]), ξυσμένος με [[μαχαίρι]] ή [[ξυήλη]], αυτός που έχει λειανθεί, στιλβωμένος, [[λείος]], σκαλισμένος, [[πελεκητός]], [[στιλπνός]], σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ξυστός:''' <b class="num">II</b> ὁ ксист (вымощенный тесаными плитами крытый портик при гимнасиях для упражнений в зимнее время) Xen., Plut.<br />выскобленный, выглаженный, отполированный (ἀκόντια Her.; [[κάμαξ]] Arph.).
}}
}}