Anonymous

ἀνομογενής: Difference between revisions

From LSJ
1
(4)
(1)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[ἀνομογενής]])<br />αυτός που δεν ανήκει στό ίδιο [[γένος]] ή [[είδος]] με άλλον.
|mltxt=-ές (Α [[ἀνομογενής]])<br />αυτός που δεν ανήκει στό ίδιο [[γένος]] ή [[είδος]] με άλλον.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνομογενής:''' неоднородный Sext.
}}
}}