Anonymous

ὀνειδιστήρ: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀνειδιστήρ:''' -ῆρος, ὁ, = το επόμ., [[γεμάτος]] [[επίκριση]], σε Ευρ.
|lsmtext='''ὀνειδιστήρ:''' -ῆρος, ὁ, = το επόμ., [[γεμάτος]] [[επίκριση]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀνειδιστήρ:''' ῆρος adj. m порицающий, полный упреков (λόγοι Eur.).
}}
}}