Anonymous

ἀγνωσία: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀγνωσία:''' ἡ ([[ἀγνώς]]), [[άγνοια]], σε Ευρ.· διὰ τὴν [[ἀλλήλων]] ἀγνωσίαν, [[επειδή]] δεν γνώριζαν ο [[ένας]] τον [[άλλο]], σε Θουκ.
|lsmtext='''ἀγνωσία:''' ἡ ([[ἀγνώς]]), [[άγνοια]], σε Ευρ.· διὰ τὴν [[ἀλλήλων]] ἀγνωσίαν, [[επειδή]] δεν γνώριζαν ο [[ένας]] τον [[άλλο]], σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀγνωσία:''' ἡ<b class="num">1)</b> незнание, неведение: ἀγνωσίᾳ τινος Eur. вследствие незнания чего-л.; διὰ τὴν [[ἀλλήλων]] ἀγνωσίαν Thuc. вследствие незнакомства друг с другом;<br /><b class="num">2)</b> неизвестность, безвестность, незнатность (πατέρων Plat.).
}}
}}