Anonymous

ἀγρευτής: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀγρευτής:''' -οῦ, ὁ,<br /><b class="num">I.</b> = [[κυνηγός]], όπως το [[ἀγρεύς]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> ως επίθ., <i>ἀγρευταὶ κύνες</i>, κυνηγετικά σκυλιά, σε Σόλωνα· <i>ἀγρευταὶ κάλαμοι</i>, [[παγίδα]] κυνηγιού από καλάμια, σε Ανθ.
|lsmtext='''ἀγρευτής:''' -οῦ, ὁ,<br /><b class="num">I.</b> = [[κυνηγός]], όπως το [[ἀγρεύς]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> ως επίθ., <i>ἀγρευταὶ κύνες</i>, κυνηγετικά σκυλιά, σε Σόλωνα· <i>ἀγρευταὶ κάλαμοι</i>, [[παγίδα]] κυνηγιού από καλάμια, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀγρευτής:''' <b class="num">II</b> οῦ ὁ Soph. = [[ἀγρεύς]].<br /><b class="num">III</b> οῦ adj. m охотничий, ловецкий ([[δόναξ]], κάλαμοι Anth.).<br />ῆρος ὁ Theocr. = [[ἀγρεύς]].
}}
}}