Anonymous

ἄγαλμα: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄγαλμα:''' -ατος, τό ([[ἀγάλλω]]),<br /><b class="num">1.</b> [[τιμή]], [[ευφροσύνη]], [[δόξα]], σε Ομήρ. Ιλ., Αττ.· <i>ἀγάλματ' ἀγορᾶς</i>, απλά στολίδια της αγοράς, σε Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> ευχαριστήριο [[δώρο]], [[ιδίως]] στους θεούς, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> [[άγαλμα]] προς τιμήν ενός θεού, σε Ηρόδ., Αττ.· [[άγαλμα]], ως [[αντικείμενο]] λατρείας κ.λπ., σε Αισχύλ.· [[έπειτα]], γενικά = [[ἀνδριάς]], [[κάθε]] είδους [[άγαλμα]], σε Πλάτ.· επίσης, πορτρέτο, [[εικόνα]], [[κάθε]] είδους [[ομοίωμα]] που αναπαρίσταται με τη [[γραφή]] ή το λόγο· ἐξαλειφθεῖσ' ὡς [[ἄγαλμα]], σε Ευρ.
|lsmtext='''ἄγαλμα:''' -ατος, τό ([[ἀγάλλω]]),<br /><b class="num">1.</b> [[τιμή]], [[ευφροσύνη]], [[δόξα]], σε Ομήρ. Ιλ., Αττ.· <i>ἀγάλματ' ἀγορᾶς</i>, απλά στολίδια της αγοράς, σε Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> ευχαριστήριο [[δώρο]], [[ιδίως]] στους θεούς, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> [[άγαλμα]] προς τιμήν ενός θεού, σε Ηρόδ., Αττ.· [[άγαλμα]], ως [[αντικείμενο]] λατρείας κ.λπ., σε Αισχύλ.· [[έπειτα]], γενικά = [[ἀνδριάς]], [[κάθε]] είδους [[άγαλμα]], σε Πλάτ.· επίσης, πορτρέτο, [[εικόνα]], [[κάθε]] είδους [[ομοίωμα]] που αναπαρίσταται με τη [[γραφή]] ή το λόγο· ἐξαλειφθεῖσ' ὡς [[ἄγαλμα]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἄγαλμα:''' ατος τό<b class="num">1)</b> украшение (ἀγάλματα ὑφάσματά τε Hom.);<br /><b class="num">2)</b> краса, слава, гордость (χώρας Pind.; δόμων Aesch.; πατρίδος Eur.);<br /><b class="num">3)</b> жертвенный дар, приношение ([[θεῶν]] Hom.; Ἀπόλλωνι Her.);<br /><b class="num">4)</b> изваяние, статуя (δαιμόνων Soph.; Δαιδάλου Plat.);<br /><b class="num">5)</b> изображение, картина: ἀγάλματα, [[ὅσαπερ]] ἂν ἐν μιᾷ [[ζωγράφος]] ἡμέρᾳ εἷς ἀποτελῇ Plat. картины, которые один художник может написать в один день.
}}
}}