3,274,216
edits
(2) |
(1) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀθεράπευτος:''' -ον, <b class="num">I.</b> [[αφρόντιστος]], παραμελημένος, λέγεται για ζώα, σε Ξεν.· <i>τὸ ἀθεράπευτον</i>, η [[παραμέληση]] της εξωτερικής εμφάνισης, σε Λουκ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που δεν γιατρεύεται, [[ανίατος]], στον ίδ. | |lsmtext='''ἀθεράπευτος:''' -ον, <b class="num">I.</b> [[αφρόντιστος]], παραμελημένος, λέγεται για ζώα, σε Ξεν.· <i>τὸ ἀθεράπευτον</i>, η [[παραμέληση]] της εξωτερικής εμφάνισης, σε Λουκ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που δεν γιατρεύεται, [[ανίατος]], στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀθεράπευτος:''' <b class="num">1)</b> оставленный без ухода, заброшенный ([[σῶμα]] Plut.): οὐδὲν [[ἀθεράπευτον]] [[ἐᾶν]] Xen. заботиться обо всем, вникать во все;<br /><b class="num">2)</b> неряшливо одетый Plut.;<br /><b class="num">3)</b> неизлечимый (sc. [[πόνος]] Luc.). | |||
}} | }} |