Anonymous

Ἄδωνις: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Ἄδωνις:''' [ᾰ], -ιδος, ὁ,<br /><b class="num">1.</b> ο [[Άδωνις]], [[αγαπημένος]], προστατευόμενος, [[ευνοούμενος]] της Αφροδίτης, σε [[Σαπφώ]]· <i>ὥδωνις</i>, [[κράση]] του ὁ [[Ἄδωνις]], σε Θεόκρ.· γενικά, [[Άδωνις]], [[δηλαδή]] [[ευνοούμενος]], [[αγαπημένος]], σε Λουκ.<br /><b class="num">2.</b> <i>Ἀδώνιδος κῆποι</i>, βότανα που μεγάλωναν [[γρήγορα]] καλλιεργούμενα σε δοχεία ή χύτρες για την [[τελετή]] των Αδωνίων, σε Πλάτ.
|lsmtext='''Ἄδωνις:''' [ᾰ], -ιδος, ὁ,<br /><b class="num">1.</b> ο [[Άδωνις]], [[αγαπημένος]], προστατευόμενος, [[ευνοούμενος]] της Αφροδίτης, σε [[Σαπφώ]]· <i>ὥδωνις</i>, [[κράση]] του ὁ [[Ἄδωνις]], σε Θεόκρ.· γενικά, [[Άδωνις]], [[δηλαδή]] [[ευνοούμενος]], [[αγαπημένος]], σε Λουκ.<br /><b class="num">2.</b> <i>Ἀδώνιδος κῆποι</i>, βότανα που μεγάλωναν [[γρήγορα]] καλλιεργούμενα σε δοχεία ή χύτρες για την [[τελετή]] των Αδωνίων, σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''Ἄδωνις:''' ιδος (ᾰ) ὁ (эол. acc. Ἄδωνιν) Адонис<br /><b class="num">1)</b> сын кипрского царя Кинира и его дочери Мирры, любимец Афродиты; убитый из ревности Ареем, был превращен Афродитой в цветок; с наступлением осени, оплакивалась его смерть, а в начале весны справлялся праздник его воскресения Plat., Theocr., Plut., Luc.: Ἀδωνιδος χῆποι Plat., тж. ἁπαλοὶ κᾶποι Theocr. сады Адониса, т. е. наскоро взращенные в корзинах цветы для празднеств в честь Адониса, перен. мимолетные радости;<br /><b class="num">2)</b> речка в Финикии Luc.
}}
}}